Πέμπτη 24 Οκτωβρίου 2013

ΛΕΝΑ ΜΑΝΤΑ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΗ ΛΕΝΑ ΜΑΝΤΑ

Η Λένα Μαντά γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη αλλά ήρθε στην Ελλάδα σε μικρή ηλικία. Σπούδασε νηπιαγωγός χωρίς ποτέ να θελήσει να εξασκήσει αυτό το επάγγελμα. Έχει δημοσιεύσει άρθρα σε τοπικές εφημερίδες, διετέλεσε για δύο χρόνια διευθύντρια προγράμματος σε ραδιοφωνικό σταθμό των Β. Προαστίων και είχε δική της καθημερινή ενημερωτική εκπομπή. Από το 2002, εκδίδει με τον άντρα της, 2 διαφημιστικά περιοδικά για την κατασκευή κατοικίας, και έχει την επιμέλεια της ύλης τους. Είναι παντρεμένη, έχει δύο παιδιά και μένει στο Καπανδρίτι.
Πρώτα απ’ όλα θα θέλαμε να σας ρωτήσουμε από πότε αρχίσατε να γράφετε.
Από τότε που...έμαθα να γράφω! Το πρώτο μου πάντως ας πούμε ολοκληρωμένο "έργο", γράφτηκε όταν πήγαινα στην Τετάρτη Δημοτικού και ήταν ένα παραμύθι?για ένα κοριτσάκι που μετά από ένα?ναυάγιο, συνάντησε τον Ποσειδώνα και έζησε μια γιορτή στο βυθό.
Μια γιορτή για το κοριτσάκι στο βυθό που ίσως και να συμβόλιζε την γιορτή που περίμενε τα βιβλία σας, χρόνια αργότερα. Αλήθεια μήπως θυμόσαστε, έστω και περίπου, τον αριθμό αντιτύπων που πούλησε το πρώτο σας βιβλίο;
Πάνω από 15.000 αντίτυπα και τα περισσότερα από τον καιρό που ξεκίνησε η συνεργασία μου με τις εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ και τα βιβλία μου έγιναν best sellers. Οι αναγνώστες που με γνώρισαν από το Βαλς, ή τη Θεανώ και φυσικά από το ποτάμι,ανέτρεξαν και πιο πίσω και βρήκαν έτσι και το πρώτο μου.
Σε αυτό το πρώτο σας συναντήσατε δυσκολίες στην έκδοσή του; Το δώσατε σε πολλούς εκδότες; Το απέρριψαν κάποιοι; Παιδευτήκατε καθόλου μέχρι να το δείτε στις προθήκες ή όλα κύλησαν εύκολα και ωραία από την αρχή;
Κατ' αρχήν να ξεκαθαρίσω οτι δεν το πήγα εγώ πουθενά γιατί...ντρεπόμουν! Ο άντρας μου ήταν αυτός που το τόλμησε. Αν θυμάμαι καλά το είχε πάει σε 5-6 εκδοτικούς οίκους και φυσικά κάποιοι το απέρριψαν. Ανάμεσα σε αυτούς που το δέχτηκαν ήταν και ο Λιβάνης τον οποίο και επέλεξα. Τα πράγματα δεν πήγαν όμως ούτε καλά, ούτε εύκολα, ούτε ωραία από την αρχή ούτε το είδα στις προθήκες ποτέ. Σαν να μην είχε εκδοθεί. Δεν ξέρω γιατί, ξέρω μόνο πως όλη εκείνη η ιστορία μου κόστισε πολύ, με απογοήτευσε και με αποθάρρυνε. Το ότι συνέχισα να προσπαθώ από κει και μετά, ήταν και πάλι χάρη στην στήριξη της οικογένειάς μου και κυρίως του άντρα μου.
Έχετε εκδώσει πέντε βιβλία και από κάποιο σημείο και μετά πηγαίνουν πάρα πολύ καλά, εντυπωσιακά καλά θα έλεγα, από πωλήσεις. Περισσότερα από 120.000 αντίτυπα το περυσινό «Το σπίτι δίπλα στο ποτάμι», και με μιας θα έλεγα περισσότερα από 25.000 το νέο σας βιβλίο, «Η άλλη πλευρά του νομίσματος». Πού οφείλεται κατά τη γνώμη σας αυτό το ιδιαίτερο και όχι τόσο συνηθισμένο γεγονός;
Το νόμισμα βρίσκεται στη 66η χιλιάδα τον τρίτο μήνα της κυκλοφορίας του και αυτή είναι μια ερώτηση που μου κάνουν όλοι σχεδόν! Αν ρωτάτε αν υπάρχει κάποια συνταγή συγκεκριμένη ποιοτικά και ποσοτικά, η απάντηση είναι "όχι, δεν υπάρχει". Τολμώντας να κάνω υποθέσεις, μπορώ να σας πω, οτι μάλλον τα βιβλία μου "αφορούν" το αναγνωστικό κοινό γιατί μιλούν απλά και για ανθρώπους που έχουμε συναντήσει ή θα συναντήσουμε στο μέλλον. Και επειδή δεν πιστεύω οτι η επιτυχία είναι αποτέλεσμα ενός μόνο ανθρώπου, μπορώ να πω, οτι εγώ κάνω οτι μπορώ γράφοντας αυτά που μ' αρέσουν και από κει και μετά ο εκδότης μου προωθεί με τον καλύτερο τρόπο τα βιβλία μου!
Σπάνιο για την μικρή αγορά της χώρας μας! 66.000 σε τρεις μήνες! Πως τα καταφέρατε, μητέρα με δυο παιδιά, χωρίς συνταγή μάλιστα, να ολοκληρώσετε συγγραφικά μια μεγάλη εκδοτική επιτυχία, σε πόσο; Σε λιγότερο από οκτώ - εννέα μήνες, αν θεωρήσουμε πως για το προηγούμενο χρειάστηκαν δυο περίπου μήνες με παρουσιάσεις σε όλη τη χώρα συν ίσως ένας –δυο ακόμα για τις εργασίες επιμέλειας-εκτύπωσης του καινούργιου;
Είναι γεγονός οτι γράφω πολύ γρήγορα, αλλά μην ξεχνάτε οτι το συγκεκριμένο, ήταν ένα βιβλίο που δεν ήθελε μελέτη, δεν χρειάστηκα στοιχεία και μηχανές αναζήτησης στο διαδίκτυο. Επιπλέον έγω την τύχη να μην εργάζομαι, έχω όλη μέρα το σπίτι στην διάθεσή μου και δύο παιδιά 22 και 17 χρονών που λείπουν σχεδόν όλη μέρα εξαιτίας των σπουδαστικών και μαθητικών τους υποχρεώσεων και ακόμα, έναν άντρα με πολύ μεγάλη κατανόηση! Ο χρόνος λοιπόν που για άλλους συγγραφείς εργαζόμενους είναι υπό.... μόνιμη αναζήτηση εμένα μου παρέχεται απλόχερα!
Απ' ότι μας είπατε εκτός του ότι γράφετε, διαβάζετε και αρκετά, δημοσιεύοντας μάλιστα τις απόψεις σας στην ιστοσελίδα σας για ότι διαβάσατε. Η άποψή σας σαν συγγραφέα ταυτίζεται με την άποψή σας σαν αναγνώστριας για το τι θεωρείτε καλό βιβλίο; Πως θα περιγράφατε, με την διπλή σας ιδιότητα, τον όρο καλό βιβλίο;
Τις περισσότερες φορές, ναι, υπάρχει ταύτιση. Άλλωστε όταν η συγγραφέας διαβάζει είναι εκείνη τη στιγμή μια απλή αναγνώστρια που ταξιδεύει στις σελίδες. Καμιά φορά διαβάζω ένα βιβλίο που μου αρέσει τόσο πολύ που η συγγραφέας μέσα μου θα επιθυμούσε να το έχω γράψει εγώ! Όσο για τον όρο "καλό βιβλίο" είναι τόσο υποκειμενικός που θα ήταν λάθος να προσπαθήσω να τον αναλύσω! Καλό βιβλίο είναι αυτό που μπορεί να μας παρασύρει, να μονοπωλήσει το ενδιαφέρον μας, να μας ταξιδέψει στην αλήθεια του.
Γνωστός κριτικός Λογοτεχνίας γράφει σε πρόσφατο άρθρο του: «…….Η άλλη πλευρά του νομίσματος συμβολίζεται από το εποχικό συνώνυμο του ροζ μυθιστορήματος: το «μυθιστόρημα παραλίας». ……..Το απόλυτο πρότυπο εδώ είναι η Λένα Μαντά. Αυτό δεν το είπε ο συνομιλητής μου, το λέω εγώ, όχι όμως κακόβουλα, γιατί λίγες ώρες αργότερα, στο βιβλιοπωλείο των Χανίων όπου θα γινόταν η παρουσίαση του δικού μου βιβλίου, μπήκε μια πελάτισσα και ζήτησε από τη βιβλιοπώλισσα να της συστήσει ένα μυθιστόρημα «για την παραλία», διευκρινίζοντας «κάτι σαν της Λένας Μαντά» (την οποία, φυσικά, είχε ήδη διαβάσει)». Ποια είναι η δική σας άποψή για παρόμοιας μορφής κατηγοριοποιήσεις;
Έτυχε να διαβάσω κι εγώ το συγκεκριμένο άρθρο, αλλά και άλλα παρόμοια που γράφονται κατά καιρούς γύρω από τα ροζ μυθιστορήματα. Μόνο που κανένας δεν εξηγεί, πριν βάλει αυτή την ταμπέλα, τι εννοεί με τον όρο "ροζ μυθιστόρημα"! Και δεν νομίζω οτι πρόκειται για απόπειρα κατηγοριοποίησης αλλά μάλλον για προσπάθεια...περιθωριοποίησης! Και όσο ευγενικά κι αν διατυπώνονται αυτές οι απόψεις, είναι αναγνωρίσιμη και η ειρωνεία και η υποτίμηση. Σαφώς υπάρχουν βιβλία πιο κατανοητά στο πλατύ κοινό, με πιο "αναγνωρίσιμους" ήρωες, γραμμένα με τρόπο πιο ζωντανό και πιο παραστατικό, αλλά δεν βλέπω να προκαλεί κανένα "κακό" η ύπαρξή τους και η επιλογή τους από μεγάλη μερίδα του κοινού. Κι αν το "μυθιστόρημα παραλίας" έφερε κοινό στα βιβλιοπωλεία το καλοκαίρι, είναι ίσως ό μόνος τρόπος για να το ξαναφέρει και τον χειμώνα, αναζητώντας το "μυθιστόρημα για τον καναπέ" ή " για το τζάκι"! Γενικά νομίζω οτι η λογοτεχνία στις μέρες μας, δεν χρειάζεται ταμπέλες, αλλά αναγνωστικό κοινό και ανοιχτό μυαλό από τους κριτικούς.....
Το θέμα δεν είναι αν αργότερα θα διαβάζει στον «καναπέ και το τζάκι», αλλά αν η αναγνώστρια του βιβλίου παραλίας θα διαβάζει πια με …..«τσουρουφλισμένο» μυαλό, σαν την «τσουρουφλισμένη» επιδερμίδα της (χαρακτηρισμοί από το άρθρο). Πιστεύετε πως υπάρχει τέτοιος κίνδυνος από το «βιβλίο παραλίας» ή «ροζ λογοτεχνίας» ή όπως αλλιώς μπορούν να ονομάσουν το βιβλίο που κατά τον γνωστό του αρθογράφου για να δικαιούται τον χαρακτηρισμό «πρέπει να είναι ευχάριστο (να διαβάζεται χαλαρά!), να είναι χορταστικό, οπωσδήποτε «τρέντι», αλλά να αγγίζει και κάποιες βαθύτερες χορδές της ψυχής, εννοείται της γυναικείας».
Εγώ τώρα γιατί δεν βρίσκω τίποτα το κακό σε όλα αυτά; Γιατί ένα βιβλίο δεν πρέπει να διαβάζεται χαλαρά, γιατί δεν πρέπει να είναι κατανοητό; Γιατί δεν πρέπει ν' αγγίζει τις ψυχές; Και από πού εννοείται αυτό το "της γυναικείας ψυχής"; Δεν νομίζω να είναι...ελαττωματικοί οι άντρες που μου γράφουν για να μου πουν οτι κάποιο από τα βιβλία μου τους άγγιξε; Όσο για το...τσουρούφλισμα του μυαλού, δεν νομίζω να κινδυνεύει κανείς επειδή για τις διακοπές του δεν διάλεξε κάτι πιο...βαρύ. Δεν είναι όλα σ' αυτή τη ζωή μόνο κουλτούρα, ούτε η κουλτούρα είναι για όλες τις ώρες. Επίσης υπάρχουν πολλοί, που δεν έχουν πιάσει στη ζωή τους ένα βιβλίο και ξεκίνησαν να διαβάζουν, γιατί κάποιο ανάλαφρο βιβλίο με προσιτό θέμα και κατανοητή γλώσσα τους έπεσε στα χέρια και μπήκαν στην διαδικασία της ανάγνωσης, γιατί και γι αυτό χρειάζεται εκπαίδευση. Όσο για τους συστηματικούς αναγνώστες, μπορούν και επιλέγουν και έτσι δεν κινδυνεύουν από τα βιβλία παραλίας....Και για να τα επιλέγουν και να τα φέρνουν πρώτα στις λίστες των ευπώλητων, μάλλον δεν είναι για...πέταμα. Ας μην υποτιμάμε τόσο την νοημοσύνη των αναγνωστών!
Πολύ κουβέντα κάναμε για τις γενικές απόψεις περί βιβλίου, και αυτό ακριβώς με σπρώχνει να ρωτήσω εσάς, για σας, και τα βιβλία σας. Παρακαλώντας να μην ακούσω εκείνο το κλασικό, "όλα παιδιά μου είναι", θα σας ζήταγα να μας πείτε πιο από τα πονήματά σας θεωρείται το πιο καλό μέχρι τώρα.
Όχι δεν θα πω το κλασσικό, γιατί δεν θα ήταν αλήθεια. Σ' ένα πράγμα δεν μπορώ να είμαι αντικειμενική και αυτό είναι στο πιο θεωρώ πιο καλό. Κάθε βιβλίο μου έχει να πει κάτι διαφορετικό και με διαφορετικό τρόπο. Ξέρω όμως πιο από τα "παιδιά μου", αγαπώ περισσότερο και αυτό είναι το Βαλς με δώδεκα θεούς. Είναι το βιβλίο που ξεχωρίζω και έχει την πρώτη θέση μέσα στην καρδιά μου, όσα βιβλία κι αν έγραψα μετά από αυτό, όσα κι αν γράψω στο μέλλον.
Έχετε τρακ κάθε φορά που κυκλοφορεί κάθε νέο βιβλίο σας και σε τι συνίσταται αυτό το τρακ, γιατί προφανώς δεν μπορεί να έχει τις ίδιες ρίζες με το βιβλίο της πρώτης φοράς.
Όχι, δεν έχω τρακ. Έχω άγχος μέχρι να το δω σαν βιβλίο, έτοιμο για τις προθήκες των βιβλιοπωλείων. Μόλις το πιάσω στα χέρια μου, μόλις το αγγίξω είναι ένα περίεργο συναίσθημα, νιώθω περίπου όπως τότε που τα παιδιά μου άφησαν για πρώτη φορά τα χέρια μου και περπάτησαν μόνα τους με μικρά και αβέβαια βήματα. Τρακ έχω και μάλιστα πάρα πολύ στις παρουσιάσεις κι ας έχω κάνει τόσες. Δεν νομίζω οτι θα το ξεπεράσω ποτέ, αλλά αυτό που με παρηγορεί είναι οτι καταφέρνω και δεν το καταλαβαίνει κανείς!
Σας ευχαριστούμε για την κουβέντα μας και αν θέλετε να πείτε κάτι ακόμα στους επισκέπτες μας, θα σας ακούσουμε με χαρά.
Και μέσα από την σελίδα σας, θέλω να ευχαριστήσω μέσα από την καρδιά μου τους αναγνώστες που επιλέγουν και αγαπούν τα βιβλία μου, δεν ξεχνώ και ούτε πρόκειται, οτι σ' εκείνους οφείλω την δύναμή μου. Η Μαντά έγινε, γιατί εκείνοι το θέλησαν. Κι αν ξεκίνησα με αναγνώστες, μπορώ πια να καμαρώνω οτι τώρα, έχω πολλούς, καλούς και πολύτιμους φίλους. Σας ευχαριστώ κι εγώ για την όμορφη κουβέντα μας.